Κυριακή 1 Μαΐου 2011

Πρωτομαγιά, η γιορτή των εργαζομένων

Του Δημ. Αναγνώστου

Φιλόλογου

Όταν ήμαστε μαθητές στο Δημοτικό Σχολείο θυμάμαι ένα τραγουδάκι που μας μάθαιναν για την Πρωτομαγιά: Ο Μάιος μας έφτασε - εμπρός βήμα ταχύ - να τον προϋπαντήσομε - παιδιά στην εξοχή… Κάναμε μάλιστα μιαν ωραία εκδρομή «ολοήμερη» με το τροβατσούλια μας έξω από το χωριό.

Έτσι όλοι μαθαίναμε ότι η Πρωτομαγιά είναι η γιορτή της Άνοιξης, η γιορτή των λουλουδιών. Μέναμε δηλαδή στον παγανιστικό χαρακτήρα της μέρας-είναι και τέτοιος- και καμιά συζήτηση για την εργατική Πρωτομαγιά και τους εργατικούς αγώνες. Πιστεύω ότι στα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια, αλλά και στα χρόνια της δικτατορίας, τέτοιες κουβέντες, και μάλιστα στα σχολεία, ήταν εξοβελιστέες. Σήμερα, που όσα οι εργαζόμενοι κατάκτησαν με θυσίες και αίμα μπαίνουν στο περιθώριο και το οχτάωρο έχει πια καταστρατηγηθεί, που η οικονομική κρίση αποτελεί-περισσότερο από κάθε άλλη φορά τα τελευταία χρόνια- την προκρούστεια κλίνη για να προσαρμόζονται οι εργασιακές συνθήκες σε βάρος των εργαζομένων, καλό είναι να γνωρίζουμε γιατί η Πρωτομαγιά είναι η μέρα των εργατών. Πρέπει να ξέρουμε τους αγώνες των ανθρώπων για καλύτερες συνθήκες εργασίας.
Η Πρωτομαγιά, ως εργατική γιορτή, καθιερώθηκε στις 20 Ιουλίου 1889, κατά τη διάρκεια του ιδρυτικού συνεδρίου της Δεύτερης Διεθνούς (Σοσιαλιστικής Διεθνούς) στο Παρίσι, σε ανάμνηση του ξεσηκωμού των εργατών του Σικάγου την 1η Μαΐου 1886, που διεκδικούσαν το οκτάωρο και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Κατέληξε σε αιματοχυσία λίγες μέρες αργότερα με την επέμβαση της αστυνομίας και των ανθρώπων της εργοδοσίας.

Η παραποίηση και η συγκάλυψη των γεγονότων καθώς και το αληθινό περιεχόμενο της εργατικής εξέγερσης της 1ης Μάη 1886 στο Σικάγο, η μετατροπή της σε επίσημη αργία από το κράτος, αλλά, ακόμα χειρότερα, για τους περισσότερους να θεωρείται η γιορτή της άνοιξης, καθιστά αναγκαίο να γνωρίζουμε αυτά τα ιστορικά γεγονότα.

Όλα ξεκίνησαν λοιπόν το Μάιο του 1886 στο Σικάγο. Τα εργατικά συνδικάτα των ΗΠΑ αποφάσισαν την έναρξη απεργιακών κινητοποιήσεων την 1η Μαΐου 1886 για το οκτάωρο, με αφορμή τις επιτυχημένες διεκδικήσεις των Καναδών εργατών. Μέχρι τότε στις ΗΠΑ δεν υπήρχε κανονιστικό πλαίσιο εργασίας, και οι εργοδότες μπορούσαν να απασχολούν τους εργαζόμενους ακόμη και τις Κυριακές. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι την Κυριακή πριν την Πρωτομαγιά είχε αποφασιστεί από πολλά συνδικάτα απεργία. Οργανώθηκε μια διαδήλωση για το οκτάωρο με ομιλητές τους συνδικαλιστές Πάρσονς, Σπάις, Φήλντεν και Σνομπ (που ήταν όλοι τους οι κύριοι “εκπρόσωποι” του αναρχικού χώρου εκείνη την εποχή στην Αμερική, στον οποίο συμμετείχαν 25000 άτομα). Στην απεργία συμμετείχαν περίπου 350.000 εργάτες σε 1200 εργοστάσια των ΗΠΑ. Την Πρωτομαγιά του 1886 έγινε στο Σικάγο η πιο μαχητική πορεία, με συμμετοχή 90.000 ανθρώπων. Στην κεφαλή της πορείας ήταν ο συνδικαλιστής Άλμπερτ Πάρσον με τη γυναίκα και τα επτά παιδιά του. Το πρώτο αίμα χύθηκε τη Δευτέρα 3 Μαΐου, όταν απεργοσπάστες προσπάθησαν να διασπάσουν τον απεργιακό κλοιό και ακολούθησε συμπλοκή και η αστυνομία σκότωσε 4 εργάτες και τραυμάτισε πολλούς άλλους στο εργοστάσιο ξυλείας Μακ Κόρμικ στο Σικάγο, προκαλώντας οργή στην εργατική τάξη της πόλης. Την επομένη, οργανώθηκε συλλαλητήριο καταδίκης της αστυνομικής βίας στην Πλατεία Χέιμαρκετ. Η συγκέντρωση ήταν πολυπληθής και ειρηνική. Οι αστυνομικές δυνάμεις όμως πήραν εντολή να διαλύσουν δια της βίας τους συγκεντρωμένους. Λίγο πριν η αστυνομία επιτεθεί στους συγκεντρωμένους -οι οποίοι δεν αποχωρούσαν- εκτοξεύθηκε μια χειροβομβίδα -μέχρι σήμερα δεν έχει διευκρινιστεί αν ήταν επαναστατική ή προβοκατόρικη ενέργεια- προς την πλευρά της αστυνομίας. Σκοτώθηκε ένας αστυνομικός και τραυματίστηκαν δεκάδες. Η αστυνομία άνοιξε πυρ κατά των συγκεντρωμένων με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τέσσερις διαδηλωτές, να τραυματιστούν πολλοί και έξι ακόμη αστυνομικοί να χάσουν τη ζωή τους. Για τη βομβιστική επίθεση, που προκάλεσε το θάνατο του αστυνομικού κατηγορήθηκαν οι συνδικαλιστές Άουγκουστ Σπιτς, Γκέοργκ Έγκελ, Άντολφ Φίσερ, Λούις Λιγγκ, Μίκαελ Σβαμπ, Σάμουελ Φίλντεν, Όσκαρ Νίμπι και Άλμπερτ Πάρσονς, που ήταν οργανωτές της διαδήλωσης. Όλοι εκτός του Πάρσον και Φίλντεν ήταν Γερμανοί μετανάστες. Η δίκη άρχισε στις 21 Ιουνίου 1886. ο εισαγγελέας Τζούλιους Γκρίνελ ζήτησε θανατική καταδίκη χωρίς στοιχεία ενοχής. Κλείνοντας την αγόρευσή του είπε: “Δικάζεται ο Νόμος. Δικάζεται η Αναρχία.. Δεν είναι περισσότερο ένοχοι απ’ ότι οι χιλιάδες που τους ακολουθούν. Κύριοι ένορκοι καταδικάστε τους, κάντε τους παράδειγμα προς αποφυγήν. Κρεμάστέ τους και θα σώσετε τους θεσμούς μας, την κοινωνία μας”.

Η απόφαση εκδόθηκε στις 20 Αυγούστου 1886 και έκρινε ενόχους τους οκτώ κατηγορούμενους. Οι Σπιτς, Ένγκελ, Φίσερ, Λινγκ, Σβαμπ, Φιλντεν και Πάρσονς καταδικάστηκαν σε θάνατο, ενώ ο Νίμπι σε κάθειρξη 15 ετών. Παρόλο που αναπτύχθηκαν παγκόσμια εκδηλώσεις αλληλεγγύης, παρόλο που οι περισσότερες εργατικές ενώσεις αλλά και γνωστά πολιτικά πρόσωπα ζήτησαν την ακύρωση της εκτέλεσης των αγωνιστών, η εξουσία ήταν πεπεισμένη πως με αυτόν τον τρόπο θα γλίτωνε από τον εφιάλτη της κοινωνικής επανάστασης. Τελικά ο κυβερνήτης του Ιλινόις μετέτρεψε τις ποινές των Σβαμπ και Φίλντεν σε ισόβια, ενώ ο Λινγκ αυτοκτόνησε στη φυλακή ανάβοντας ένα τσιγάρο με δυναμίτη. Στις 11 Νοεμβρίου 1887 οι Σπιτς, Πάρσον και Φίλντεν κρεμάστηκαν ενώ τραγουδούσαν τη Μασσαλιώτιδα (ύμνος των Γάλλων επαναστατών που έγινε εθνικός ύμνος της Γαλλίας). Στις 25 Ιουνίου 1893, στους τάφους έγινε τελετή και αναρτήθηκε ένα χάλκινο μνημείο με χαραγμένες επάνω τις τελευταίες λέξεις του Σπάις: “Θα ‘ρθει μια εποχή που η σιωπή μας στον τάφο θα είναι πιο ισχυρή από τις φωνές που στραγγαλίζετε σήμερα!!!” Η δίκη των οκτώ θεωρείται από διαπρεπείς Αμερικανούς νομικούς ως μια από τις χειρότερες κακοδικίες στην ιστορία των ΗΠΑ. Στις 26 Ιουνίου 1893 ο κυβερνήτης του Ιλινόις παραδέχθηκε ότι οι οκτώ ήταν αθώοι και κατηγόρησε τις αρχές του Σικάγου. Ως ύστατη πράξη δικαίωσης έδωσε χάρη στους φυλακισμένους Φίλντεν, Νίμπε και Σβαμπ. Αυτή η ενέργεια βέβαια ήταν και το πολιτικό του τέλος. Ο επικεφαλής της αστυνομίας του Σικάγου που έδωσε την εντολή της διάλυσης της συγκέντρωσης καταδικάστηκε αργότερα για διαφθορά. Μέχρι σήμερα παραμένει ανεξακρίβωτο ποιος ήταν ο δράστης της βομβιστικής επίθεσης.

Στην Ελλάδα γιορτάστηκε η Πρωτομαγιά για πρώτη φορά το 1893, στην Αθήνα με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Συλλόγου του Σταύρου Καλλέργη. Η 1η Μαΐου ήταν Σάββατο και η γιορτή έγινε 2 Μαΐου για να έχει μαζικότητα. Σύμφωνα με την εφημερίδα Σοσιαλιστής στο Στάδιο συγκεντρώθηκαν 2.000 σοσιαλιστές και εργαζόμενοι «Οι πλείστοι εξ αυτών ήσαν εργάται, ευπρεπώς κατά το πλείστον ενδεδυμένοι, με ερυθράς κονκάρδας επί της κομβιοδόχης, και πολύ ήσυχοι άνθρωποι. Αυτοί είναι οι πρώτοι σοσιαλισταί εν Ελλάδι, και συνήλθον χθες εις το πρώτον αυτών εν Αθήναις συλλαλητήριον». Οι συγκεντρωμένοι ενέκριναν το εξής ψήφισμα:

1. Την Κυριακήν να κλείωνται τα καταστήματα καθ’ όλην την ημέραν και οι εργάται ν΄αναπαύωνται.

2. Οι εργάται να εργάζωνται επί 8 ώρας την ημέραν και ν΄ απαγορευθή η εργασία εις τους ανηλίκους.

3. Να απονέμεται σύνταξις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανικάνους προς συντήρησιν εαυτών και της οικογενείας των.

Το ψήφισμα επεδόθη στον πρόεδρο της Βουλής την 1η Δεκεμβρίου 1893 από τον Καλλέργη. Επειδή όμως κωλυσιεργούσε ο πρόεδρος και διαμαρτυρήθηκε ο Καλλέργης συνελήφθη για διατάραξη της συνεδρίασης. Κτυπήθηκε μάλιστα από τους στρατιώτες και κρατήθηκε δυο μέρες στο αστυνομικό τμήμα. Δικάστηκε και καταδικάστηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1893 σε φυλάκιση 10 ημερών. Με αυτό τον τρόπο έληξε τυπικά ο πρώτος γιορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα.

Και ενώ οι εργατικές κατακτήσεις με συνεχείς αγώνες παγιώθηκαν στη διάρκεια του 20ου αιώνα, σήμερα είναι ορατός ο κίνδυνος επιστροφής στον εργασιακό μεσαίωνα με τα μέτρα που εφαρμόζονται (μειωμένα και ελαστικά ωράρια, part time, επισφάλεια, αφαίρεση συνταξιοδοτικών κατακτήσεων, ανεργία, απολύσεις, απαγορεύσεις κινητοποιήσεων…). Το αόρατο δόγμα που ορίζει το κέρδος του κεφαλαίου θεωρείται σημαντικότερο από τον άνθρωπο και οδηγεί σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις για τους εργαζόμενους. Προς αυτή την κατεύθυνση, ένα ολόκληρο σύστημα, με όργανο το επίσημο κράτος, έχει βάλει ως πρώτο στόχο την κάμψη του αγωνιστικού και κινηματικού φρονήματος των εργαζομένων, μη αφήνοντας ν’ ανθίσει η συλλογικότητα και οδηγώντας μας στην απραξία του καναπέ, και στην αποχαύνωση μιας παντοδύναμης τηλεόρασης με στόχο την καθυπόταξη του ανθρώπου στα συμφέροντα της εργοδοσίας και του κεφαλαίου. Τόσοι κόποι, αίμα και θυσίες, δεν πρέπει να διαγράφονται από τη μνήμη μας. Γιεννέται μάλιστα το ερώτημα μήπως αποκοιμηθήκαμε πάνω στις δάφνες του συνδικαλιστικού κινήματος και αφήσαμε πολλά κενά για να αλωθούν οι εργατικές κατακτήσεις. Οι δύσκολες μέρες που έρχονται δεν αντιμετωπίζονται με τις μοναχικές δονκιχωτικές προσπάθειες. Χρειάζεται συλλογική προσπάθεια, μεθοδικότητα, προγραμματισμός.

Σήμερα ίσως περισσότερο από ποτέ πρέπει να κρατάμε στη μνήμη μας εκείνους τους αγώνες της Πρωτομαγιάς του 1886 που βασικό στόχο είχαν: «οχτώ ώρες δουλειά, οκτώ ώρες ξεκούραση, οκτώ ώρες ύπνο».

Πηγή: Εφημ. "Εν Νικολιτσίω" (Φύλλο 21)












Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου